Το Κοινό των Ελευθερολακώνων (195 π.Χ. - 297) αποτέλεσε μια ουσιαστική ανάπτυξη στην περιοχή της Λακωνίας. Για πέντε αιώνες αναπτύσσονται 24 πόλεις από τις οποίες απέμειναν 18 όπως μας τις παραδίδει ο Παυσανίας.
Η έκταση που καλύπτουν γεωγραφικά είναι όλα τα παράλια του Λακωνικού κόλπου, η ανατολική πλευρά του Μεσσηνιακού, φθάνοντας μέχρι τον Ταύγετο, αλλά και το Αιγαίο στην ανατολική πλευρά του ακρωτηρίου Μαλέας. Οι υπόλοιπες 6 πόλεις ή παρέμειναν χωρίς αυτονομία υπό την Σπάρτη (Καρδαμύλη) ή συγχωνεύτηκαν με άλλες (η Ασίνη με την Λας). Η Ίππολα αν και δεν αναφέρεται από τον Παυσανία ανήκε και αυτή στο κοινό όπως μαρτυρά αρχαιολογική επιγραφή.
Το κοινό τών Ελευθερολακώνων σύμφωνα με τον Παυσανία αποτελείτο από τις παρακάτω πόλεις:
Γύθειο
Ακριαί
Επίδαυρος Λιμηρά
Ασωπός
Βοιαί
Βρασιαί
Γερονθαί
Ζάραξ
Μαριός
Λας
Πύρριχος
Τευθρώνη
Καινήπολις
Οίτυλο
Θαλάμαι
Λεύκτρα
Γερήνια
Αλαγονία
Οργάνωση
Οι πόλεις του Κοινού διατηρούσαν την αυτονομία τους, αλλά ταυτόχρονα είχαν και συνεργασία μεταξύ τους. Ο τρόπος οργάνωσής τους είχε σαν πρότυπο το Σπαρτιατικό πολίτευμα. Αποτελούσαν ένα είδος ομοσπονδιακής συμπολιτείας, που ήταν οργανωμένη δημοκρατικά, με τους άρχοντες να εκλέγονται από τον λαό.
Σε κάθε πόλη είχαν την διαχείριση της εξουσίας 3 έως 5 άτομα που ονομάζονται έφοροι, με επικεφαλής τον πρέσβη των εφόρων.
Άλλοι τίτλοι αρχόντων που αναφέρονται είναι ταμίας (Ασωπός, Γερόνθαι, Γύθειον), Επιμελητής (Καινήπολη), Αγορανόμος (Γύθειο), Γυμνασίαρχος (Γύθειο, Τευθρώνη).
Εκτός από την επί μέρους οργάνωση σε κάθε πόλη, υπήρχαν και συλλογικά όργανα. Αυτά ήταν το συνέδριο των Ελευθερολακώνων, ένας στρατηγός και ο ταμίας.
Ο στρατηγός προΐστατο όλων των πόλεων, και ο ταμίας διαχειριζόταν τα οικονομικά. Η ύπαρξή τους φανερώνει κοινή πολιτική, αλλά και οικονομική ευμάρεια. Επικεφαλής της δικαστικής λειτουργίας ήταν οι έφοροι.
Ιστορία
Ο τύραννος Νάβις
Ιδρύθηκε επί τυραννίας Νάβιδος 206-192 π.Χ. σαν Κοινό Λακεδαιμονίων το 195 π.Χ. Οι συνθήκες της περιοχής της Λακωνίας την εποχή του Νάβιδος ήταν μία από τις αιτίες για την δημιουργία του κοινού. Στις παραλιακές πόλεις κατοικούσαν περίοικοι, το εμπόριο ήταν σε πλήρη ανάπτυξη και όπως είναι φυσικό ήταν πλούσιοι. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αντίθεσή τους με τον τύραννο Νάβη. Σε αυτές τις πόλεις κατέφευγαν και οι διωκόμενοι Σπαρτιάτες, που ήταν αντίπαλοι του Νάβιδος. Εκτός από αυτά η Ρωμαϊκή διπλωματία, επεδίωκε την περαιτέρω αποδυνάμωση της Σπάρτης, και ευνοούσε την ανάπτυξη του κοινού.
Οι Ρωμαίοι λοιπόν μαζί με τους φίλους τους, της Αχαϊκής συμπολιτείας, ανέλαβαν την κηδεμονία του κοινού μέχρι το 146 π.Χ. Θεωρούσαν το κοινό των Ελευθερολακώνων «civitas libera et amicia», και από το 193 π.Χ. «sokios populi Romani». Κατά την πολιορκία της Σπάρτης από Ρωμαίους, Αχαϊκή συμπολιτεία και Ρόδιους προς βοήθεια του Τίτου Φλαμινίνου, ήλθε ο ρωμαϊκός στόλος υπό τον αδελφό του Λεύκιο Φλαμινίνο, ο οποίος κατέλαβε ευκόλως τις πόλεις Λα, Ασίνη και Έλος και πολιόρκησε ασφυκτικά το Γύθειο 196 π.Χ.
Όταν η πόλη του κοινού Λας δέχθηκε επίθεση από τον Νάβη, 192 π.Χ. οι Ελευθερολάκωνες ζήτησαν βοήθεια από τον Φιλοποίμενα της Αχαϊκής συμπολιτείας. Η κατάληψη του Γυθείου, 192 π.Χ. που ήταν ίσως η σημαντικότερη πόλη του Κοινού, επιτυγχάνεται τελικά από τους Ρωμαίους, Αχαιούς, Ροδίους, και άλλους συμμάχους. Μετά την κατάληψη στην συνέχεια και της Σπάρτης, επιτυγχάνεται η εξουδετέρωση του Νάβιδος, και επικρατεί ειρήνη.
Αν και οι κάτοικοι του Γυθείου αντιστάθηκαν σθεναρά στην σφοδρή επίθεση, στην συνέχεια δέχτηκαν με ρεαλισμό την νέα κατάσταση. Είναι φανερό ότι τα δύο αντίπαλα πολιτικά ρεύματα στην συνέχεια προτίμησαν την ευημερία. Σημαντικό είναι ότι όλες αυτές οι αντιπαλότητες δεν επηρέασαν τις σχέσεις του κοινού με την Σπάρτη.
Το 21 π.Χ επί Αυγούστου στα πλαίσια γενικής αναδιοργάνωσης μετονομάσθηκε σε Κοινό Ελευθερολακώνων, οπότε και αναγνωρίσθηκε επίσημα από το Ρωμαϊκό κράτος σαν φίλιο έθνος. Επεδίωκε με αυτό τον τρόπο ο Αύγουστος, αν και ήταν φίλος των Σπαρτιατών να μην υπαχθεί το κοινό στην Σπάρτη. Το κοινό των Ελευθερολακώνων διαλύθηκε τυπικά 297 μ.Χ. επί Διοκλητιανού.
Αποτελέσματα
Το μέγεθος της σημασίας του όμως διατηρείται στην περιοχή για πολλούς αιώνες, και είναι το μέσον που μεταμόρφωσε την Σπάρτη σε Μάνη. Στην παρακμή του οδήγησε η επιδρομή των Γότθων του Αλάριχου 395μ.χ με συνέπεια την καταστροφή της Σπάρτης και του Γυθείου. Η καταστροφή του Γυθείου ολοκληρώθηκε με τον καταστροφικό σεισμό 375 μ.χ. Πιθανόν να υπήρξαν και άλλες καταστροφές στην περιοχή, στην τοπική παράδοση αναφέρεται και η καταβύθιση της Λας.
Μια δεύτερη επιδρομή του Γιζέριχου και των Βανδάλων εκδηλώθηκε το 476 μ.Χ., την εποχή του Λέοντος Α΄ 457-474 μ. Αυτή τη φορά στόχος ήταν η Καινήπολη. Ενδιαφέρον έχουν τα αναφερόμενα από τον ιστορικό Προκόπιο, που συνόδευε σαν γραμματέας, τον στρατηγό Βελισάριο, του Ιουστινιανού στην εκστρατεία του κατά των Βανδάλων, και αποβιβάσθηκαν στην περιοχή του Ταινάρου. Συνεπώς λοιπόν τα γεγονότα που διαδραματίσθηκαν σε προηγούμενα χρόνια, τα έμαθε από ανθρώπους της περιοχής.
Γράφει λοιπόν ο Προκόπιος :
Γιζέριχος γάρ, επισκήψας ποτέ τοίς έν Πελλοπονήσω χωρίοις, Ταίναρον προσβάλλειν επιχείρησεν, ενθένδε τε κατά τάχος αποκρουσθείς και πολλούς των επομένων αποβαλών ανεχώρησεν ουδενί κόσμω.
Και σε άλλο εδάφιο αναφέρει :
ούτως ώσπερ είρηται διαφυγόντες Ταινάρω προσέμιξαν,ή νυν Καινήπολις επικαλείται
Αλλά και πολλούς αιώνες αργότερα ο Ciriaco de'Pizzicolli Κυριάκος από Ανκόνα 1447μ.χ που περιοδεύει την Ταινάρια περιοχή αναφέρει σημαντικά στοιχεία, που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ακόμη σημαντικά απομεινάρια στην κοινωνική δομή, την διοίκηση, αλλά και στις συνήθειες των κατοίκων, που παραπέμπουν στο κοινό.Η οργάνωση και διεξαγωγή αθλητικών αγώνων (Androdromon Pentastadium) για παράδειγμα, οδηγεί στον άρχοντα του κοινού Γυμνασίαρχο, που αναφέρεται στην Τευθρώνη.
Το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως η δομή και η ύπαρξη τού κοινού αποτέλεσε την βάση, πάνω στην οποία μεταμορφώθηκε η Σπάρτη και οι Σπαρτιάτες, σε Μάνη και Μανιάτες.